8/9/14

Τω αγνώστω... : Γιάννης Τριάντης

Πάντα μου άρεσε εκείνη η φράση που άκουγα μικρός από κάποιους μεγαλύτερους: «Κάνε το καλό και ρίχ’ το στον γιαλό». Όμως την υπέρτατη αξία της φράσης αυτής την κατάλαβα αργότερα. Όταν διαπίστωσα τι σημαίνει να «κάνεις το καλό» και να το ξέρεις μονάχα εσύ. Να μην το κοινοποιείς. Να μην το κάνεις θέμα, αδιαφορώντας για επαίνους και κολακείες που προσφέρει η δημοσιότης... Έτσι. Μυστικά και ήσυχα, όπως οι άνθρωποι που πρωταγωνιστούν στις σημερινές, πραγματικές ιστορίες μας.
• Φυσούσε διαολεμένα στη Σαλαμίνα εκείνο το μεσημέρι του Αυγούστου. Η παρέα κατέβαινε σε μια παραλία και ένας από τους φίλους άρχισε να ψάχνει το καπελάκι του και δεν το εύρισκε. Του είχε πέσει στη διαδρομή. Πήγε να σκάσει από το κακό του γιατί ήταν δώρο αυτό το καπέλο. Άσε που τον ενοχλούσε ο ήλιος και το χρειαζόταν. Άρχισε, λοιπόν, να κάνει ανάποδα τη διαδρομή μέχρι το αυτοκίνητο μπας και το βρει. Αλλά με τέτοιον αέρα θα είχε φτάσει ήδη στην άλλη άκρη του νησιού το καπελάκι. Πήγε μέχρι το αυτοκίνητο, αλλά τίποτε. Ξαναπήρε τον δρόμο για την παραλία, όταν ξαφνικά πήρε το μάτι του το καπέλο του. Ήταν αφημένο στη γωνία ενός εξοχικού και είχε πάνω του μια πέτρα. Για να μην το πάρει ξανά ο αέρας!
  Ήρθε κοντά μας συγκινημένοςο φίλος. Κάποιος άγνωστος όχι μόνο δεν προσπέρασε το ασήμαντο καπέλο, αλλά «μπήκε στον κόπο» να σκεφτεί τον Άλλον. Ότι πιθανώς θα λείψει στον ιδιοκτήτη. Και ότι έπρεπε να βρει τρόπο ώστε να εξασφαλίσει τις λίγες πιθανότητες να το αναζητήσει και να το ξαναβρεί. Έτσι έβαλε την πετρούλα πάνω στο καπελάκι και το απέθεσε σε μια ευδιάκριτη θέση... Δεν ήταν κόπος, ασφαλώς, για τον υπέροχο άγνωστο. Εκείνο που λάμπει στην περίπτωση αυτή είναι η έγνοια ενός αγνώστου για τον άγνωστο Άλλον. Η εσωτερική παρόρμηση που γίνεται καθήκον, χωρίς τους δυναστικούς και ψυχαναγκαστικούς όρους του καθήκοντος. Ο προσωπικός κώδικας ηθικής και συμπεριφοράς που μεταβάλλει το περιφρονημένο αυτονόητο σε κάτι μεγαλειώδες.
• Είχε χρόνια την απορία μια φίλη: Γιατί ο αδελφός της έκανε παρέα στο Γυμνάσιο, αλλά και αργότερα, μ’ ένα παιδί που δεν φημιζόταν ούτε για την οξύνοιά του ούτε για τον χαρακτήρα του; Παιδί περίκλειστο, οχυρωμένο στις εμμονές του αλλά και σε κάτι απροσδιόριστο για τους τρίτους, κάτι που το κρατούσε μακριά από παρέες και συνάφειες. Η απορία της φίλης επιζητούσε απάντηση, μιας και όταν ερχόταν η κουβέντα σ’ αυτό το θέμα ο αδελφός της άλλαζε συζήτηση, πιθανώς απορημένος μέσα του που οι άλλοι δεν καταλάβαιναν το «γιατί». Ε, κάποια στιγμή, προσφάτως, τον ρώτησε τον αδελφό της. Και πήρε την απάντηση: «Η παρέα μου του έδινε χαρά. Το καταλαβαίνεις;»...
  Δεν επρόκειτο για οίκτο.Ούτε γιαμεγαθυμία. Μπήκε στην ψυχή του Άλλου ο αδελφός της φίλης μου και είδε την ερημιά του. Δεν ένιωθε τη συνάφεια ως πράξη αυτοθυσίας ούτε ως δώρημα που περιμένει ανταπόδοση. Γι’ αυτό δεν κοινοποιούσε σε κανέναν το κινούν αίτιον. Μοίραζε χαρά με την πράξη του και χαιρόταν ο ίδιος. Ίσως γιατί σκεφτόταν ότι στη θέση του Άλλου θα μπορούσε να είναι ο ίδιος. Κάπως έτσι συγκροτείται ο προσωπικός κώδικας ηθικής και συμπεριφοράς...
• Το έμαθα πριν από χρόνια. Και το κράτησα μέσα μου. Ως διαρκή λαμπηδόνα... Ένας γνωστός άνθρωπος του ευρύτερου καλλιτεχνικού χώρου, ταλαντούχος και μοναχικός, ζούσε φτωχικά. Σε μεγάλη ένδεια. Αλλά η περηφάνια του δεν του επέτρεπε να ζητάει δανεικά ούτε να επαιτεί. Είχε γύρω του πολύ κόσμο, από τον καιρό της φήμης και της αίγλης του, αλλά οι περισσότεροι τον εγκατέλειψαν. Και κάτι λίγοι που έμειναν κοντά του δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να τον βοηθήσουν... Τότε φάνηκαν δυο άγνωστοι. Ονόματα και οι δυο. Ο ένας επιφανής δημοσιογράφος και ο άλλος σπουδαίος τραγουδιστής. Αυτοί τον ανέλαβαν. Μυστικά. Χωρίς καν να γνωρίζει προσωπικά ο ένας τον άλλον. Αυτοί τον ζούσαν, μέχρι που εγκατέλειψε τα εγκόσμια, δίχως ποτέ να πουν σε οποιονδήποτε –ούτε και στους δικούς τους ανθρώπους– για το γεγονός. Το αποκάλυψε ο ίδιος ο ευεργετηθείς σε κάποιους κοντινούς του...
  Ιδού και εδώ τα ίδια χαρακτηριστικάπου εξοστρακίζουν την έννοια της αναγνωρισμένης φιλανθρωπίας και της ιδιοτελούς προσφοράς. Έγνοια για τον Άλλον που δεν κοινοποιείται. Αλληλεγγύη που δεν κραυγάζει. Χαρά που μοιράζεται αφειδώλευτα, χωρίς να περιμένει εύσημα. Συνεισφορά που δεν νοιάζεται για την απονομή επαίνων και τίτλων... Ακριβώς αυτό που λέει η λαϊκή ρήση: «Κάνε το καλό και ρίχ’ το στον γιαλό». Και αυτό, χάνεται μεν στη θάλασσα των μυστικών, αλλά επιστρέφεται στον αποστολέα και τον πλημμυρίζει με αγαλλίαση. Γιατί το καλό είναι σαν τον χρυσό. Δεν χάνει ποτέ την αξία του...
Υ.Γ. Κάποιοι δυσανασχετούν όταν ακούνε τη λέξη «ηθική». Προφανώς δεν αντέχουν το ειδικό της βάρος ή την μπερδεύουν με την ανέξοδη και υποκριτική ηθικολογία.
 
του Γιάννη Τριάντη
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ (Τεύχος 201)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου